ΜΑΝΤΙΝΑΔΕΣ

Ευχαριστούμε όλους εσάς που έχετε στείλει μαντινάδες και παροτρύνουμε τους νέους επισκέπτες του site μας, να μας στείλουν κι αυτοί τις δικές τους να τις δημοσιεύσουμε!

Βρέθηκαν 7791 καταχωρήσεις σε 156 σελίδες
Σελίδα 147
Άραγε θε μου πως περνά
κι αν έχει άλλο ταίρι,
η ο καημός της μια στιγμή
πίσω θα την εφέρει.
Τα μάτια τρέχουν δάκρυα
στη σκέψη οντε σε βάλω,
και τραγουδώ γιατί πονώ
να σε θωρώ με άλλο.
Μου αρέσει μια κοπελιά
που δε τη πολύ ξέρω,
και θέλω μια ζεστή αγκαλιά
και όχι να υποφέρω.
Ξέρεις πως είναι να πονώ
και να σε συλλογούμαι,
νιώθω αδύναμο πουλί
στη μπόρα πως πορούμαι.
Αν δεν ανθίσει το δεντρό
πως θέλεις να καρπίσει;
σεβντάς αν δε δοκιμαστεί
πως θέλεις να κρατήσει;
Στο τόπο που 'πα σ' αγαπώ
δε θέλω να περάσω,
όταν σου είπα πως ποτέ
δε θέλω να σε χάσω.
Να ‘μουνε θεέ μου θάλασσα
και εσύ να είσαι άμμος,
να νυχτοξημερώνομαι
στο στήθος σου απάνω.
Με πλήγωσες και στο χρωστώ
αυτό να το θυμάσαι,
κι όσο κοντά μου έρχεσαι
τόσο και να φοβάσαι.
Είσαι σεβντάς μες στην καρδιά
που δύσκολα θα σβήσει,
ήθελα και να κάτεχα
πότε θα με αφήσει...
Βάζω ποτό κι όταν φανείς
στη σκέψη μου λυγίζω,
μα όσο κι αν θέλει η καρδιά
πίσω πια δε γυρίζω.
Λεπτό δεν κάνει η σκέψη μου
χωρίς την συντροφιά σου,
κι όταν δεν είμαι πλάι σου
με φέρνει η μυρωδιά σου.
Ο κάθε μου αναστεναγμός
φωνάζει το όνομα σου,
γιατί είναι λίγες οι στιγμές
που έζησα κοντά σου.
Προσπάθησα να αρνηθώ
ότι θυμίζει εσένα,
μα πως μπορεί μία καρδιά
να ζήσει χωρίς αίμα.
Πονούσε η καρδούλα μου
για σε μικρό φεγγάρι,
μα μ’ άφηνες μονάχη μου
χωρίς ένα σου χάδι.
Θυμάμαι που περίμενα
για ένα σου σημάδι,
κι ερχόταν ώρα και στιγμή
που μ’ έστελνες στον Άδη.
Άνεμος πάλι του σεβντά
βγήκε και δυναμώνει,
φωθιά ανάβει στην καρδιά
και το μυαλό θολώνει.
Σαν τον κισσό μεγάλωσε
και ρίζωσ’ ο σεβντάς σου,
και μου τύλιξαν την καρδιά
κλαδιά του έρωτά σου.
Όταν το ντέρτι μου ξεσπά
το νου μου πιάνει ζάλη,
και ημερεύω νοερά
‘κούοντας πεντοζάλι.
Λύση δε βρήκα στο ποτό
μήτε και στο τσιγάρο,
μα θα’ ρθω απ' το σπίτι σου
μαζί μου να σε πάρω.
Σε στρίβω στο τσιγάρο μου
σε πίνω στο ποτό μου,
στο όνειρά μου αναζητώ
να βρω το γιατρικό μου.
Δεν ξέρω αν μ’ αγάπησες
ξέρω πως θα θυμάσαι,
του έρωτα μας τα φιλιά
με άλλον σα κοιμάσαι.
Σε βλέπω σου χαμογελώ
και στρίβω πριν ανάψει,
η τσι καρδιάς μου ο σεβντάς
στα στήθη και με κάψει.
Όσο μ’ αρνείσαι μάτια μου
πόνος βαθιά ριζώνει,
μα σου το λέω ο πόθος μου
για σένα’ ναι φουντώνει.
Σαν αστραπή και ξαφνικά
εμπήκες στη ζωή μου,
μα κράτησε για μια στιγμή
η λάμψη σου μικρή μου.
Ένα φιλί απ’ τα χείλη τσι
θα’ ταν για μένα θαύμα,
γιατί θα μου’ χε ‘κπληρωθεί
το πιο μεγάλο τάμα.
Νιότη, χαρούμενο πουλί,
ποιος βόλι σου ‘χει ρίξει,
κι απόμεινες σαν ‘κόνισμα
σ’ απόμερο ξωκλήσι.
Παλιού σεβντά οι θύμησες
βαστούν τη ψη στο σώμα,
κι όσο θα ζουν θα 'μαι κι εγώ
‘πο πάνω από το χώμα.
Πονώ μα πόνο δε γροικώ,
θρηνώ μα δε στενάζω,
και του σεβντά σου τσι καημούς
τραγούδι ‘γω τσι σάζω.
Από τ’ αμπέλι σου θα’ ρθω
μια μέρα να τρυγήσω,
και το κρασί σου ανέ το πιω,
τα μαϊκά θα λύσω.
Ήλιος δεν ξαναφάνηκε
τσι νιότης το περβόλι,
τσι περιστέρας παίξανε
θανατερά το βόλι.
Κουρταλοκάρδισες για με
κι εχάρηκ’ η μαθιά σου,
μα ζύγιασες τα λόγια σου
κι έκρυψες τη χαρά σου.
Εγώ ‘μαι ξεροκέφαλη
και κάτω δε το βάνω,
σεισμό θα κάνω, ταραχή
δικό μου θα σε κάνω.
Πέτρα θα κάμω τη καρδιά
άλλο αίμα να μη στάξει,
γιατί την πλήγωσες βαθιά
με του σεβντά τα λάθη.
Λείπουν τ’ αστέρια του ουρανού
λείπεις και συ καρδιά μου,
ηντα θα κάμω τον σεβντά
άπου σε μακριά μου.
Στη θύμηση σου μπρε σεβντά
νιώθω τα’ οργής τον πόνο,
να σου ξεχάσω δεν μπορώ
για κιονα μαραζώνω.
Χάραξε, Θε μου χάραξε
και σήκωσε την μέρα,
για να τελειώσει ο στεναγμός
και του σεβντά η τρέλα.
Μα αν μ’ αγαπάς να μου το πεις,
να’ ρθω απόψε πάλι,
για να περάσουμε μαζί
μια νύχτα στ’ ακρογιάλι.
Βάσανα έχω ο δυστυχής
σεβντά και λίγο πόνο,
μα ηντα να κάμω πείτε μου
που την κοιτώ και λιώνω.
Παλιού καιρού μου ανάμνηση
έλα κοντά μου πάλι,
μα δεν επήρε στης καρδιάς
ποτέ τη θέση άλλη.
Εξεγιαλίσανε οι χαρές
στου νου μου τ’ ακρογιάλι,
μα του σεβντά σου ο χιονιάς
επλάκωσε με πάλι.
Κάνω ξανά μια προσευχή
να’ ρθείς εσύ κοντά μου,
γιατί είμαι άψυχο κορμί
χωρίς εσέ καρδιά μου.
Να μη γυρνάς, να με θωρείς
γιατί δεν το αντέχω,
ήντα να κάμω τσι μαθιές
σα δεν μπορώ να σ’ έχω.
Των αμαθιών σου αγάπη μου
το βλέμμα με σκλαβώνει,
και το σεβντά μες στην καρδιά
για ‘σένα δυναμώνει.
Όπου βρεθώ κι όπου σταθώ
για σένανε μιλάω,
τα μάτια σου τα χείλη σου
κι ό, τι λαχταράω!
Δύο θυμάμαι μου δωσες
φιλιά κι ήταν χειμώνας,
πάγωσε ο χρόνος κι έγινε
‘κείνη η στιγμή αιώνας.
Ήθελα μονό μια στιγμή
κοντά σου να ‘μαι πάλι,
να λιώνω ‘γω σαν το κερί
μες στη δική σου αγκάλη.
Γιαντα τη σκέψη μου κυρά
στοιχειώνεις κάθε βραδύ,
Κι’ αναζητώ μες στη νυχτιά
τ’ ολόγλυφο σου χάδι.
Κρίμα που είσαι μακριά
και δεν μπορώ να σε’ χω,
μα θα’ ρθει φως μου ο καιρός
που θα το καταφέρω.
Βάλε με μέσα στο όνειρο
και ύστερα ας ποθάνω,
τουλάχιστον θα κοιμηθώ
στην αγκαλιά σου απάνω.
Φυσά νοτιάς και φέρνει σου
τη σκέψη μου κοντά σου,
και να τρυπώξει προσπαθεί
μέσα στα όνειρά σου.