ΜΑΝΤΙΝΑΔΕΣ

Ευχαριστούμε όλους εσάς που έχετε στείλει μαντινάδες και παροτρύνουμε τους νέους επισκέπτες του site μας, να μας στείλουν κι αυτοί τις δικές τους να τις δημοσιεύσουμε!

Βρέθηκαν 7791 καταχωρήσεις σε 156 σελίδες
Σελίδα 153
Ξύπνησε κι όξω πρόβαλε
να δω το πρόσωπό σου,
να φέξει να περάσουμε
μωρό μου το στενό σου.
Πεντάμορφη μου κοπελιά
η ομορφιά στη πλάση,
δεν φτάνει για να συγκριθεί
με σε και να σε φτάσει.
Βιόλα πρωτοφανίστικη
τα μάτια μου θωρούνε,
ποιός θα σε δει και δε θα πει
ε Θέ μου κι από που 'ναι.
Σ' ίντα μπαξέ μεγάλωσες
βιόλα μου και μυρίζεις,
και κρούβγεις με τσι μυρωδιές
την ώρα που μ' αγγίζεις.
Όταν το φως τσι ανατολής
πέσει στο πρόσωπό σου,
παίρνεις μιαν όψη θεϊκή
και γονατίζω μπρος σου.
Ισόβια με δίκασε
μικρή η ομορφιά σου,
και δε μπορεί η σκέψη μου
να φύγει από κοντά σου.
Το πρόσωπο σου λαμπερό
είναι και με παγώνει,
κι η ομορφιά σου κοπελιά
στον κόσμο είναι μόνη.
Η ομορφιά της πρόβλημα
μου 'χει δημιουργήσει,
μα είναι μητέρα δυο παιδιών
και δεν υπάρχει λύση.
Σαν είναι η κοπελιά ξανθιά
έχει μεγάλη χάρη,
μα ένα φιλί μελαχρινής
σε στέλνει στο φεγγάρι.
Να 'χα την τύχη να μουνα
καθρέπτης στον οντά σου,
να σε θωρώ οντέ ξυπνάς
και φτιάχνεις τα μαλλιά σου.
Είδε ο Θιός τα χείλη σου,
των αμαθιών τσι χάντρες,
κι έκαμε κόκκινη φωθιά
και θάλασσες γαλάζιες.
Ρόδο εκατοντάφυλλο
φυτρώνει στην αυλή σου,
μα χαμηλώνει όντε σε δει
μη συγκριθεί μαζί σου.
Ποιάς μάνας είσαι γέννημα
'πό ποιο δεντρί κλωνάρι,
τίνος ζωγράφου ζωγραφιά
κι έχεις αυτή τη χάρη;
Μιλάς και τ' αχειλάκι σου
στάζει καθάργιο μέλι,
τύφλα μωρό μου να 'χουνε
μπροστά σου οι αγγέλοι.
Χιλίων χρόνων ξερά κλαδιά
ανθούν στο πέρασμα σου,
κι αποθαμένου τη ζωή δίνεις
με μια ματιά σου.
Να 'χα τις ομορφιές της γης
κι όλες να στις χαρίζω,
να 'μουν φεγγάρι να 'διωχνα
της μοναξιάς το γκρίζο.
Κι η Αφροδίτη ζήλεψε
σα στάθηκες μπροστά της,
κι ευθύς αμέσως πέταξε
το στέμμα απ' τα μαλλιά της.
Όταν σε έπλασε ο θεός
στον κόσμο να σε βγάλει,
κι αυτός δεν το περίμενε
πως θα' χες τέτοια κάλλη.
Αν γίνονται στ' αληθινά
θαύματα δίχως άλλο,
εσύ θα πρέπει κοπελιά
να' σαι το πιο μεγάλο.
Με προσοχή να την περνάς
την μέση της πλατειάς,
γιατί πολλά εγκλήματα
κάνεις εξ' αμελείας.
Κόκκινα να τα χείλη σου
σαν του λαγού το αίμα,
άγγελος τα ζωγράφισε
με διαμαντένια πένα.
Χιλίων χρόνων ξερά κλαδιά
στο πέρασμα τζι ανθούνε
ποιος θα τη δει και δε θα πει
αχ θεέ μου κι από που 'ναι.
Κρίνα και ροδοπέταλα
κι άνθη του παραδείσου,
εσύναξαν οι άγγελοι
κι έπλασαν το κορμί σου.
Έχεις δυο μάτια καστανά
κι ένα κορμί φιδίσιο,
δυο χειλάκια κόκκινα
μαύρο μαλλάκι ίσιο.
Χριστέ μου τόση ομορφιά
του ονείρου πλησιάζει,
αγάπη μου με ζωγραφιά
το πρόσωπο σου μοιάζει.
Δείξε μου τη μητέρα σου
για να την ανακρίνω,
σε ποιο μπαξέ κοιμήθηκε
και έβγαλε τέτοιο κρίνο.
Είσαι όμορφη μα είσαι σκληρή
ποτέ δε νοιώθεις πόνο,
κρίμα στα κάλη του κορμιού
να' ναι στολίδι μόνο.
Κρίνους και ροδοπέταλα
και άνθη μυρωμένα,
μαζέψανε οι άγγελοι
και φτιάξανε εσένα.
Τα κάλλη σου θαμπώσανε
και τ' ουρανού τα άστρα,
κι οντέ περνάς μοσχοβολάς
σαν γιασεμί στη γλάστρα.
Σε κάθε ηλιοβασίλεμα
κάθομαι στ' ακρογιάλι,
συγκρίνω όλες τσ' ομορφιές
με τα δικά σου κάλλη.
Μελαχρινή μου κοπελιά
τα όμορφα σου κάλλη,
σ' ορκίζομαι οντε τα θωρώ
ότι με πιάνει ζάλη.
Για δες πως με κατάντησε
η ωραιότητά σου,
τη νύχτα να παραμιλώ
να λέω τ’ όνομά σου.
Την ομορφιά σου αν έπαιρνε
γύρω μου το σκοτάδι,
δεν θα με νοιάζει να 'τανε
όλη η ζωή μου βράδυ.
Και ο Θεός που σ' έπλασε
κι εκείνος σε θαυμάζει,
γιατί δεν έπλασε κορμί
στον κόσμο να σου μοιάζει.
Στην ομορφιά του δε μπορώ
περιγραφή να κάνω,
δεν είδα πιο γλυκιά μορφή
στον κόσμο τον απάνω.
Όμορφος είσαι μα καρδιά
δεν έχεις να με νιώσει,
κι άδικα πάει η ομορφιά
που η φύση σου 'χει δώσει
Χαμένη πάει η ομορφιά
όση κι αν δώσει η φύση,
σ' ένα κορμί άπου καρδιά
δεν έχει ν' αγαπήσει.
Στη γειτονία που κάθεσαι
οι όμορφες κοντά σου,
μα συ 'σαι το χρυσό δεντρί
κι άλλες τα κλαδιά σου.
Τα μάτια σου τα φρύδια σου
ο μπέτης και ο λαιμός σου,
όλα αυτά με κάνανε
σκλάβο παντοτινό σου.
Κι άγγελο ακόμη αν -ε-δω
δε φέρνει στη μορφή σου,
χαρώ τα, τα ματάκια σου
και τη γλυκιά φωνή σου.
Στο πέρασμα του γερακιού
τ' άλλα πουλιά φωνάζουν,
στο πέρασμα σου κοπελιά
ούλοι αναστενάζουν.
Σαν την αυγή όντε κεντηθεί
κι ολόχρυση προβαίνει,
'κείνο το χρώμα οντέ γελάς
το πρόσωπό σου παίρνει.
Τα κόκκινα τα χείλη σου
στολίζουν το κορμί σου,
θαρρείς πως σε ζωγράφισε
άγγελος παραδείσου.
Άπου τα πόδια βάνω αρχή
να βγω στην κεφαλή σου,
ψεγάδι δε μπορώ να βρω
στο λυγερό κορμί σου.
Με μέλι και με ζάχαρη
εσένα σ' έχουν φτιάξει,
μα τρόπους δεν σε μάθανε
γι' αυτό δεν εισ' εντάξει
Έχει μαλλιά πανέμορφα
μαύρα ωσάν τη νύχτα,
και σα ανεμίζουν στο βοριά
φεύγει μου κάθε πίκρα.
Τα γαλανά τα μάτια σου
και τα ξανθά μαλλιά σου,
όπου κι αν πας αφήνουνε
το αποτύπωμά σου.
Καθώς σε είδε ο Ουρανός
θαμπώθηκε από σένα,
κι όλα τ΄ άστρα γύρω του
ρωτούσε για εσένα.
Εάν μετρούσα όλα σου
τα εδικά σου κάλλη,
ο θάνατος θα μ' έβρισκε
μες στη δική σου αγκάλη.
Γυναίκα που ΄ναι όμορφη
και το καταλαβαίνει,
είναι μεγάλος πειρασμός
απ΄ το Θεό φτιαγμένη.