ΜΑΝΤΙΝΑΔΕΣ - Λεβεντιάς

Ευχαριστούμε όλους εσάς που έχετε στείλει μαντινάδες και παροτρύνουμε τους νέους επισκέπτες του site μας, να μας στείλουν κι αυτοί τις δικές τους να τις δημοσιεύσουμε!

Βρέθηκαν 111 καταχωρήσεις σε 3 σελίδες
Σελίδα 1
«  ‹  1 2 3  ›  »
Στην Κρήτη πάει η λεβεντιά
και η ανδρειοσύνη αντάμα,
και μαντινάδα γίνεται
το γέλιο και το κλάμα.
Η λεβεντιά είναι πληγή
που πάντα αίμα τρέχει,
Θεέ μου και πως την εβαστά
εκείνος που την έχει.
Θυμάμαι τους παλιούς καιρούς
απού ‘μαστε και οι δυο μας,
αρχάγγελοι τσι λεβεντιάς
και πρώτοι στο χωριό μας.
Η λεβεντιά είναι όμορφο
άνθρωπος να την έχει,
μα θέλει ατσάλινο κορμί
καρδιά να την αντέχει.
Τη λεβεντιά όποιος την βαστά
κάνει μεγάλο κόπο,
μα ‘που περάσει και σταθεί
μοσκοβολά τον τόπο.
Το μερακλίκι ο Θεός
κατέχει που το δίνει,
πάντα το δίνει σε καρδιές
που’ χουν καημό και οδύνη.
Όσο φορούνε άρματα
άντρες με μαύρα γένια,
θα μένουν απροσκύνητα
τσι Κτήσης τα μπεντένια.
Απού δεν κάνει φυλακή
αντρός καρδιά δεν έχει,
φουστάνια γυναικός φορεί
και κείνος το κατέχει.
Βροντά κι αστράφτει στα Χανιά
και στα Σφακιά χιονίζει,
και εις τα Ρεθεμνιώτικα
η λεβεντιά αρμενίζει.
Οι μερακλήδες το 'χουνε
και ξέρουν να γλεντούνε,
ξέρουνε να πεθαίνουνε
μα ξέρουν και να ζούνε.
Δεν τα διπλώνω τα φτερά
δεν κάνω αυτή τη χάρη,
σ’ αυτούς που θέλουν να με δουν
στο δρόμο περπατάρη.
Πάντα μου θα πετώ ψηλά
για να μην κάνω χάρη,
σ’ αυτούς που χαμηλά στη γη
με θένε πορπατάρη.
Εγώ ‘χω δυνατά φτερά
και θα τσι κατακτήσω,
η-τσ’ ουρανούς και τη φωλιά
στην πούλια θα τη χτίσω.
Όσο κι αν είναι α-δυνατές
οι μπόρες δεν με πιάνουν,
γιατί ‘χω α-δυνατά φτερά
και στα ανοιχτά με βγάνουν.
Όσο κι αν πληγωθεί βαριά
πονεί μα ξεπερνά το,
ο άντρας ο περήφανος
μα δεν το βάνει κάτω.
Ο άντρας που ‘χει με αρχές
όμορφες μεγαλώσει,
πράμα στο κόσμο δεν μπορεί
να τονε ταπεινώσει.
Ο άντρας ο περήφανος
σε μπόρες δεν κλονίζει,
σαν τη σημαία η θέση του
πάντοτε κυματίζει.
Ο άντρας ο περήφανος
όσο και να πονέσει,
δεν την αφήνει χαμηλά
τη θέση ντου να πέσει.
Ο άντρας ο περήφανος
ποτέ δεν κατεβαίνει,
σε χαμηλό επίπεδο
γιατί τονε προσβέλνει.
Είσαι λεβέντης Κρητικός
φρόντισε να το δείχνεις,
τη χάρη, την παλικαριά
στο χώμα μην τη ρίχνεις.
Και να τραυματιστεί ο αϊτός
ακόμη κι αν πεθαίνει,
για λόγους εγωιστικούς
πρέπει ψηλά να μένει.
Τραυματισμένο μου πουλί
πάλεψε για να ζήσεις,
τη θέση σου στα χαμηλά
να πέσει μην αφήσεις.
Και με σπασμένα τα φτερά
μπορεί ο αϊτός ν’ αντέξει,
στην πιο μεγάλη θύελλα
μόνος του να παλέψει.
Πρόσεχε να πετάς ψηλά
του αετού να μοιάζεις,
και να προσέχεις τα φτερά
στη λάσπη μην τα βάζεις.
Χαράς τη μάνα που γεννά
και στα κρυφά δακρύζει
γιο που να βάζει την τιμή
θεμέλιο και να κτίζει.
Απ’ αγαπά τη λεβεντιά
τη δόξα και τη χάρη,
σίγουρα είναι γέννημα
τσι Κρήτης παλικάρι.
Δεν τα πουλώ τα πρόβατα
στη Γαλίφα αν ποθάνω,
γιατί ‘ναι η πιο περήφανη
τέχνη στο κόσμο απάνω.
Τίποτε δε φοβούμαι ‘γω,
σπαθιά μήτε σαΐτες,
τι το μαχαίρι τούτο δω
μου δώκαν Δροσουλίτες.
Πάντα ψηλά στέκει η κορφή,
αν ειν’ και χιονισμένη,
τον βράχο δέρνει η θάλασσα,
μα πάντα βράχος μένει.
Περήφανος ορθώνεται
ο γέρο-Ψηλορείτης,
γιατί στο Μυλοπόταμο
κτυπά η καρδιά της Κρήτης.
Από τα ρούχα φαίνεται
ο μερακλής συνήθως,
και ξεχωρίζει από μακριά
ανάμεσα στο πλήθος.
Ο μερακλής ο άνθρωπος
στο πένθος δεν κρατιέται,
κι αν τραγουδεί καμιά φορά
να μην παρεξηγιέται.
Να ζήσουν οι μελαχρινοί
χωρίς πολλές κουβέντες,
στην ομορφιά μοναδικοί
στον έρωτα λεβέντες.
Δε θέλω δανεικά φτερά
με φτάνουν τα δικά μου,
έτσι κι αλλιώς ζηλεύουνε
πολλοί το πέταγμά μου.
Μαύρο μαντήλι, μαύρο φως
που συμβολίζει πάθος,
πρέπει να έχει πάντοτε
του Κρητικού ο τάφος.
Να τον διαλέξεις κοπελιά
τον άντρα που θα πάρεις,
να ‘ναι λεβέντης μερακλής
μα προπαντός λυράρης.
Τα άρματα κι η λεβεντιά
στην Κρήτη κυβερνούνε,
στις λύπες μας και στις χαρές
σαφή βροντοκοπούνε.
Σαν αποθάνει ο μερακλής
το στήθος πρώτο λιώνει,
γιατί’ ναι τόπος τσι καρδιάς
που κατοικούν οι πόνοι.
Άντρας με άντρα διαφορά
έχει πολύ μεγάλη,
άλλος χορεύει κουνιστό
και άλλος πεντοζάλη.
Αν θες να πας προς τον Ζαρό
στο δρόμο σου επάνω,
θα σου παντήξει ένα χωριό
στον κόσμο δεν ειν’ άλλο.
Θε’ να’ μαι μαύρος κι’ άνοστος
και να’ χω την τιμή μου,
και πάντα το σαρίκι μου
πάνω εις την κεφαλή μου.
Οι άντρες οι ‘μφανίσιμοι
κι οι καστροπολεμάρχοι,
πως ειν’ οι μπάλες δανεικές
κατέχουν το στη μάχη.
Ξέρεις προσπάθησα να βρω
λύση για να πετάω,
γιατί ‘μαι αετόπουλο
και στα φτερά πονάω.
Όσα σκεπάζει ο ουρανός
και όσο τόπο βρέχει,
τόσο αξίζει η τιμή
ο άνθρωπος να την έχει.
Η λεβαδιά πετούμενο πουλί
και ποιός την πιάνει,
στα ανέφαλα βγορίζω τη
μα η χέρα μου δε φτάνει.
Δεν τα λυγίζω τα φτερά
στην μπόρα κι ας πλαντάξω,
ποτέ μου δεν εδιάλεξα
καιρό για να πετάξω.
Αγρότης με αντρούς αρχές
μ’ έχει μεγαλωμένο,
και τα πρωτευουσιάνικα
δεν τα καταλαβαίνω.
Κι αν με ρωτούσε ο Θεός,
ιντα ‘ρθα εδώ να κάμω,
θα του απαντούσα Κρητικά
πως ήρθα να πεθάνω.
Όποιος γεννιέται μερακλής
ξέρει να ξεχωρίζει,
γι' αυτό και την Παράδοση
παντοτινά στηρίζει.
Πολλοί καιροί με δέρνουνε
μα οι κλώνοι μου δε σπούνε,
γιατί ‘χω ρίζες δυνατές
βαθιά και με κρατούνε.
«  ‹  1 2 3  ›  »